Τελευταία ενημέρωση: 30 Ιανουαρίου, 2021
Αν μόλις μάθατε ότι το παιδί σας χρειάζεται λογοθεραπεία, πιθανώς να βρείτε εξαιρετικά χρήσιμες τις πληροφορίες που ακολουθούν.
Πότε ένα παιδί χρειάζεται λογοθεραπεία;
O λόγος αποτελεί μια θεμελιώδη λειτουργία που επιτρέπει στο παιδί να επικοινωνεί, να σκέφτεται, να μαθαίνει, να εκφράζει και να ικανοποιεί τις ανάγκες και επιθυμίες του. Συμβάλλει στη συναισθηματική του ολοκλήρωση και στην κοινωνικοποίησή του. Ενώ για τα παιδιά με οργανικές παθήσεις η ανάγκη λογοθεραπευτικής παρέμβασης είναι προφανής, για τα υπόλοιπα παιδιά, η ανησυχία του γονιού, του παιδιάτρου ή του παιδαγωγού είναι αυτή που οδηγεί συνήθως ένα παιδί στον λογοθεραπευτή. Η λογοθεραπευτική αξιολόγηση αποτυπώνει τις ικανότητες του παιδιού και τα πιθανά ελλείμματα στον λόγο και την επικοινωνία, σε σχέση με τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Με βάση τα δεδομένα της αξιολόγησης, μπορεί να προταθεί το παιδί να κάνει λογοθεραπεία εάν:
- η εξέλιξη του λόγου, της ομιλίας ή της επικοινωνίας του είναι πίσω σε σχέση με αυτή των παιδιών της ηλικίας του
- οι γλωσσικές του δεξιότητες αδυνατούν να καλύψουν τις επικοινωνιακές του ανάγκες (για παράδειγμα, το παιδί μπορεί να μιλά με πλούσιο λεξιλόγιο αλλά όχι καθαρά με αποτέλεσμα οι άλλοι μην το καταλαβαίνουν και να μην ανταποκρίνονται κατάλληλα)
- κολλάει ή επαναλαμβάνει συλλαβές
- η δυσκολία στον λόγο επηρεάζει αρνητικά την ψυχολογία ή τη συμπεριφορά του
- οι γονείς έχουν μεγάλη ανησυχία και δυσκολεύονται να διαχειριστούν τις δυσκολίες του παιδιού
Μπορεί ένα παιδί να χρειάζεται λογοθεραπεία, ενώ ο περίγυρός του δεν το αντιλαμβάνεται;
Κάποιες φορές τα σημάδια μιας δυσκολίας περνούν απαρατήρητα επειδή επικαλύπτονται από τις ικανότητες του παιδιού. Φέρτε, για παράδειγμα, στο μυαλό σας ένα παιδί με πλούσιο λεξιλόγιο, με παραγωγή σύνθετου, καθαρού λόγου, που προσεγγίζει και συνομιλεί εύκολα με άγνωστους ενηλίκους και παιδιά, εκπλήσσοντας όλους θετικά. Εάν το παιδί αυτό μιλά συνήθως εκτός θέματος, εάν μιλά με μαθημένες “μεγαλίστικες” εκφράσεις, εάν δεν απαντά επί της ουσίας σε αυτό που ερωτάται, εάν δείχνει να μην κατανοεί και να μην ακολουθεί τις κοινωνικές συμβάσεις, ίσως αυτό το παιδί να έχει πραγματολογικές δυσκολίες. Δυσκολίες δηλαδή, που σχετίζονται με την επικοινωνιακή, κοινωνική χρήση του λόγου, ενώ το λεξιλόγιο, η σύνταξη, η ομιλία είναι ανεπηρέαστα. Συχνά η λογοθεραπευτική αξιολόγηση αποκαλύπτει δυσκολίες εκεί που “με γυμνό μάτι”, δεν υπάρχει ανησυχία.
Πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι είμαστε σε καλά χέρια;
Ο λογοθεραπευτής είναι ο “σύμμαχος” που επιλέγουν οι γονείς για να απαντήσει στα αιτήματα και τις προσδοκίες τους. Η θεραπευτική σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του παιδιού, της οικογένειας και του λογοθεραπευτή είναι σημαντικός παράγοντας για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Όταν οι γονείς έχουν κάνει την κατάλληλη επιλογή το ξέρουν, γιατί αισθάνονται ασφαλείς, εμπιστεύονται, ενδυναμώνονται, συνεργάζονται, επικοινωνούν με τον θεραπευτή και κατανοούν τι κάνουν και για ποιον σκοπό. Όσον αφορά τα τυπικά προσόντα του λογοθεραπευτή, θα πρέπει να έχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και κλινική εξειδίκευση στη συγκεκριμένη δυσκολία. Η κλινική εξειδίκευση διασφαλίζει ότι το παιδί θα δεχτεί σύγχρονη και εξειδικευμένη παρέμβαση από έναν θεραπευτή που έχει σημαντική κλινική εμπειρία, πιστοποιημένη συνεχιζόμενη εκπαίδευση και εποπτεία στη συγκεκριμένη διαταραχή.
Πόσο θα πρέπει να εμπλακούν οι γονείς στη θεραπεία;
Οι γονείς γνωρίζουν το παιδί τους καλύτερα από οποιονδήποτε, είναι οι “ειδικοί” στο παιδί τους. Γονείς, παιδί και θεραπευτής αποτελούν αυτό που ονομάζουμε “θεραπευτική συμμαχία”. Με τη συμμετοχή τους στη θεραπευτική συμμαχία οι γονείς κατανοούν καλύτερα τι συμβαίνει στο παιδί, αναγνωρίζουν ποιες από τις συμπεριφορές τους λειτουργούν βοηθητικά και λειτουργούν οι ίδιοι θεραπευτικά τις ώρες που έρχονται σε επαφή μαζί του. Η συμμετοχή των γονέων οδηγεί σε ευκολότερη γενίκευση των αποτελεσμάτων της θεραπείας, συντομεύει κατά πολύ το χρόνο θεραπείας και αυξάνει την αποτελεσματικότητά της.
Για ποιους λόγους θα μπορούσε μια θεραπεία να αποτύχει;
Φανταστείτε ένα παιδί που τραυλίζει. Όταν το στόμα κολλάει, το παιδί μπορεί να κάνει αρνητικές σκέψεις (θα με κοροϊδέψουν) και να αισθάνεται φόβο για τις αντιδράσεις των άλλων. Αυτό έχει σαν συνέπεια να μην σηκώνει το χέρι στην τάξη και ο δάσκαλος να νομίζει ότι δεν ξέρει μάθημα. Οι γονείς ανησυχούν και νιώθουν αδύναμοι να βοηθήσουν, γιατί το παιδί απορρίπτει τους τρόπους που του προτείνουν για να μιλά καλύτερα. Εάν η λογοθεραπεία περιοριστεί στην εκμάθηση τεχνικών ομιλίας προφανώς και θα αποτύχει. Αντιθέτως, εάν η λογοθεραπεία υποστηρίξει το παιδί να διαχειρίζεται την ομιλία του και το συναίσθημά του, να τροποποιεί τις αρνητικές του σκέψεις, να γίνει πιο λειτουργικό σε καθημερινές περιστάσεις επικοινωνίας, απαντά στο σύνολο των αναγκών του παιδιού. Εάν, επιπροσθέτως, στοχεύσει στο να εκπαιδεύσει το περιβάλλον (γονείς, δάσκαλο, φίλους) να έχουν γνώσεις για τη διαταραχή και να είναι υποστηρικτικοί προς το παιδί, η λογοθεραπεία απαντά ολιστικά στη διαταραχή και τις συνέπειές της. Η θεραπεία αποτυγχάνει όταν:
- στοχεύει αποκλειστικά στην άρση των συμπτωμάτων και δεν απαντά στις συνολικές και λειτουργικές δυσκολίες του παιδιού
- δεν απαντά στα αιτήματα και τις προσδοκίες των γονιών και του παιδιού
- οι γονείς δεν δεσμεύονται στο πρόγραμμα θεραπείας
- γονείς, παιδί και λογοθεραπευτής δεν πιστεύουν στην αποτελεσματικότητα της παρέμβασης
Ποια είναι τα συχνότερα λάθη των γονιών όσων αφορά τη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών;
Οι έρευνες μας δείχνουν ότι οι γονείς διαισθητικά, στην επικοινωνία τους με το παιδί, κάνουν πράγματα που προωθούν τη γλωσσική ανάπτυξη και την επικοινωνία. Bοηθούμε τους γονείς να αναγνωρίσουν τις συμπεριφορές που ήδη κάνουν και βοηθούν το παιδί να εξελιχθεί και τους ενθαρρύνουμε, ώστε να τις κάνουν περισσότερο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι δυσλειτουργικές, μη βοηθητικές συμπεριφορές (τα “λάθη”), αναλογικά, να μειώνονται. Οι γονείς αποενοχοποιούνται και συμμετέχουν με το λειτουργικό, βοηθητικό τους κομμάτι στη θεραπευτική συμμαχία.
Για πόσο διάστημα χρειάζεται συνήθως ένα παιδί λογοθεραπεία;
Η θεραπεία ολοκληρώνεται με την αποκατάσταση των δυσκολιών και της λειτουργικότητας του παιδιού ή την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί. Υπάρχουν δομημένα θεραπευτικά προγράμματα των οποίων η διάρκεια είναι συγκεκριμένη. Στις άλλες θεραπείες δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια η διάρκεια. Ωστόσο, γνωρίζουμε με ακρίβεια, ανά πάσα στιγμή, τους στόχους της θεραπείας, ποιοι από αυτούς έχουν κατακτηθεί και τι πρέπει να δουλευτεί περαιτέρω.
Πού κυμαίνεται το κόστος μιας θεραπείας;
Η συχνότητα των θεραπειών, η διάρκεια της συνεδρίας, το είδος της θεραπευτικής παρέμβασης, ο απαιτούμενος διαχειριστικός χρόνος και χρόνος συνεργασίας με άλλες ειδικότητες, είναι παράγοντες που καθορίζουν το κόστος ενός θεραπευτικού προγράμματος. Άλλοι παράγοντες μπορεί να είναι, η εξειδίκευση και εμπειρία του θεραπευτή, η προσέγγιση που ακολουθείται, ο αριθμός των εμπλεκόμενων θεραπευτών και ο απαιτούμενος εξοπλισμός. Θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του ότι το συνολικό κόστος μιας στοχευμένης, εξειδικευμένης, βραχύχρονης θεραπείας μπορεί να είναι πολύ μικρότερο από το κόστος μιας κλασικής λογοθεραπείας που διαρκεί, για παράδειγμα, ένα χρόνο με συχνότητα 2 φορές την εβδομάδα. Ο ΕΟΠΥΥ μπορεί να καλύψει μέρος ή το σύνολο του κόστους κατά περίπτωση.
Taλκ